11 Φεβρουαρίου, 2016
*Από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, Δρος Τιμοθέου Τιμοθεάδη, Ιατρού
Το σημαντικό έγγραφο ντοκουμέντο που ακολουθεί προέρχεται από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΙΣΤΟΡΙΚΑ– ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ» από τον ιστορικό συνεργάτη του περιοδικού Δρ Τιμόθεο Τιμοθεάδη. Φέρει την προσωπική του σφραγίδα του Γκόνου Γιώτα και ημερομηνία σύνταξης: «Αθήνησι τη 22α Νοεμβρίου 1909».
Στον πρόλογο της εκθέσεως ο Οπλαρχηγός μας αποκαλύπτει πολλά από τα προτερήματα και τις αρετές του, τη φιλοπατρία του, την προσήλωσή του στο καθήκον, την ανιδιοτέλεια και την στήριξη των συνεργατών του, που τον διέκριναν σ’ όλη τη διάρκεια του σκληρού αγώνα.
Από τον πρόλογο διαφαίνεται ότι κατά τη σύνταξη της εκθέσεως οι στόχοι και οι προθέσεις του έχουν ως σκοπό να διεγείρουν το ενδιαφέρον και τη συμπάθεια της Επιτροπής όχι για τα δικά του πολεμικά κατορθώματα, αλλά για τη δράση του συμπολεμιστή, μέλους της ομάδας του και γραμματικού του λοχία Παύλου Παλίδη.
Τον θεωρεί και τον αποκαλεί «σύντροφον πολύτιμον και δεξιάν του χείρα» και τον προβάλλει ως «παράδειγμα αληθούς πατριωτισμού». Η αναγνώριση των εθνικών υπηρεσιών του φίλου του αποτελεί για τον Γκόνο υπέρτατο χρέος, προσωπική χαρά και ικανοποίηση: «η μόνη ηθική αμοιβή της Πατρίδος προς εμέ έσεται η υποστήριξις του πολυτίμου δι’ εμέ φίλου».
Για τον λόγο αυτόν συντάσσει και υποβάλλει την έκθεση της δράσης του, ώστε να δυνηθεί να κρίνει και να αποφασίσει η Επιτροπή «εάν είναι αξία να εισακουσθή η παράκλησίς του αύτη».
Στο κύριο σώμα της έκθεσης περιγράφονται κατά χρονολογική σειρά, με συνοπτικό και απέριττο τρόπο, οι πολεμικές δραστηριότητες του Γκόνου και της ομάδας του, η συνεργασία του με τους άλλους αρχηγούς της Λίμνης και οι υπεράνθρωπες προσπάθειες που κατέβαλλε για να αναπτερώσει και να στηρίξει το ηθικό των άγρια δοκιμαζόμενων κατοίκων της περιοχής και ενίοτε να τιμωρήσει σκληρά κομιτατζήδες και βουλγαρίζοντες, που με μεθόδους τρομοκρατίας, εκβιασμών και δολοφονιών, είχαν γίνει η μάστιγα των χωριών του Βάλτου, για να πετύχουν τους ανίερους σκοπούς τους, που ήταν, ως γνωστόν, η επικράτηση της Εξαρχίας και δι’ αυτής ο αφανισμός, η απομάκρυνση κάθε στοιχείου που θα ενίσχυε και θα προωθούσε την ενσωμάτωση της Μακεδονίας με την Ελλάδα.
Η περιγραφή των γεγονότων είναι πιθανόν να ξενίσει και να σοκάρει τον αναγνώστη με την ωμότητα που αναπλάθονται οι σκηνές του ιδιαίτερα ανηλεούς και αιματηρού ανταρτοπόλεμου μέσα και έξω από τον Βάλτο.
Πράγματι προδιαθέτει δυσάρεστα και εντυπωσιάζει αρνητικά η συχνή επανάληψη του ρήματος «εφόνευσα», «εφονεύσαμεν» και οι αριθμοί που ακολουθούν. Θα πρέπει όμως πρωτίστως να ληφθεί υπ’ όψη ότι πρόκειται περί εκθέσεως πολεμικών δραστηριοτήτων, σ’ ένα χώρο μάλιστα όπου οι κανόνες επιβίωσης ήταν αμείλικτοι και ο τρόπος δράσης για να επιβληθείς ή για να σώσεις τη ζωή σου ένας και μοναδικός.
Δύο ακόμη επισημάνσεις από το κείμενο που εντυπωσιάζουν και αξίζουν σχολιασμού είναι: α) Κύριος και αντικειμενικός στόχος της κάθε επιχείρησης είναι η «επάνοδος εις την Ορθοδοξίαν» χωριών ολόκληρων, ομάδων πληθυσμού ή μεμονωμένων αρχηγών. Γεγονός που καταδεικνύει ότι η ελληνική εθνική συνείδηση ήταν απόλυτα ταυτισμένη με τον ρόλο και την παρουσία της Εκκλησίας.
β) Με έκδηλη πικρία, χωρίς ίχνος κακίας πάντως, σχολιάζει λανθασμένους χειρισμούς ορισμένων αρχηγών του Βάλτου που είχαν σοβαρές επιπτώσεις στην έκβαση επιχειρήσεων, αλλά και μικρής μερίδας κατοίκων των Γιαννιτσών που, από ατομικά συμφέροντα κινούμενοι, προξενούσαν βλάβη στον αγώνα κι αυτούς τους θεωρεί ως τους «μάλλον επικινδύνους».
Στον επίλογο της εκθέσεως, που έχει τη μορφή του υστερόγραφου, ο Οπλαρχηγός παρουσιάζει πρόσωπα και περιστατικά που ενάμισο χρόνο αργότερα, θα απέβαιναν μοιραία για τη ζωή του. Ο μνημονευόμενος Αποστόλης είναι ο άλλοτε υπαρχηγός της ομάδας του Αποστόλης Ματόπουλος, με τον οποίο ακολούθησε ρήξη και εν τέλει φέρεται κατηγορούμενος ως ένας από αυτούς που πρόδωσαν τις κινήσεις του Γκόνου στον Βάλτο, στις αρχές Φεβρουαρίου 1911, σε τουρκικό απόσπασμα της περιοχής, με αποτέλεσμα τον φόνο του.
Τον Ματόπουλο δεν τον κατηγορεί μόνον ο Γκόνος στην έκθεσή του. Τον κατηγορεί για χρηματισμό και λαθρεμπόριο όπλων και ο Κυριάκος Ταβουλάρης, αξιωματικός του Προξενείου και καταλήγει μάλιστα ότι για το λόγο αυτό παύθηκε από το αξίωμα του καπετάνιου.
Προς την Εξελεγκτικήν Επιτροπήν των εις Μακεδονίαν Υπηρετησάντων Υπαξιωματικών
Σεβαστή Επιτροπή
Ο ευσεβάστως υποφαινόμενος καταγόμενος εκ Γενιτσών της Μακεδονίας, διετέλεσα μέλος των εν υποδούλω φαλάγγων. Έχω προ οφθαλμών το ιερόν παράδειγμα των πατέρων ημών, έθεσα ως όρον της ζωής μου το τίνι τρόπω να δύναμαι να φανώ χρήσιμος εις την πατρίδα μου καταβάλλων απαύστως και μετ’ επιμονής πάσαν δύναμιν και επί τω θεμελιώδη σκοπώ ακαταπονήτου εργασίας να δύναμαι να κατισχύσω των αντιζήλων του Γένους ημών.
Η εργασία μου ταχέως περιελθούσα εις γνώσιν της υπηρεσίας δεν εβράδυνεν και να υψωθεί έτι περισσότερον δια του διορισμού μου ως αρχηγού εν τω διαμερίσματι της γενέτειράς μου πατρίδος.
Ως αρχηγός εις τας διαφόρους μου υπηρεσίας εύρον σύντροφον πολύτιμον και δεξιάν χείραν τον επίσης εκ της υποδούλου Ελλάδος Λοχίαν Πυροβολικού Παλίδην Παύλον, του οποίου ο άσπιλος και καθ’ όλα χρηστός χαρακτήρ και το φλέγον αίσθημά του, εγένοντο εμοί μεν παρηγορία εις τας θλίψεις, τοις συντρόφοις δε παράδειγμα αληθούς πατριωτισμού.
Επειδή λοιπόν είδον ότι η Πατρίς ήρξατο ανταμοίβουσα τους ευδοκίμως εις το έργον της αναστάσεως υπηρετήσαντας, επειδή μεταξύ τούτων δεν υστερεί και ο εν λόγω λοχίας, αλλά και υπερτερεί κατά την γνώμην μου από άπαντας τους άλλους, επειδή ούτος κατάγεται εκ της υποδούλου Ελλάδος και επομένως δέον να τύχη ιδιαιτέρας μερίμνης και περιθάλψεως ίνα αναλάβη να αφυπνίση, συμπτύξη, αναπτύξη και ενώση προς ενιαίαν κατεύθυνσιν τας δυνάμεις του δουλεύοντος Γένους και τέλος, επειδή η μόνη ηθική αμοιβή της πατρίδος προς εμέ έσεται η υποστήριξις του πολυτίμου δι’ εμέ φίλου λοχίου Παλίδου Παύλου.
Δια ταύτα υποβάλλω ταύτην μου την παράκλησιν προς την ελέγχουσαν υπηρεσίαν επισυνάπτων και κατάστασιν της όλης μου δράσεως, ίνα επ’ αυτών κρίνουσα αποφανθή εάν είναι αξία να εισακουσθή η παράκλησις αύτη.
Αθήνησι τη 22α Νοεμβρίου 1909
Ο Αρχηγός Γκόνος
1 9 0 5
Η Έκθεση της πολεμικής του δράσης αρχίζει με τη συγκρότηση του πυρήνα της πρώτης του ομάδας, «Συμφώνως τη διαταγή του Κέντρου», που αποτελούνταν από επτά (7) άνδρες.
Στη συνέχεια απαριθμούνται χρονολογικά και περιγράφονται συμπλοκές του με συμμορίες κομιτατζήδων που δρούσαν σε διάφορα χωριά της περιοχής:
1) Τη νύχτα της 14ης Ιουλίου συνεπλάκη με κομιτατζήδες έξω από το χωριό Καδίνοβο Σέλο (Γαλατάδες).
2) Στις 27 Ιουλίου είχε νέα συμπλοκή, μετά από τριήμερη ενέδρα, στο δάσος της Καρυωτίσσης.
3) Στις 19 Αυγούστου έξω από το χωριό Βούδριστα (Π. Μυλότοπος).
4) Το βράδυ της 20ης Σεπτεμβρίου στο χωριό Γκόλο Σέλο (Γυμνά).
5) Στις 28 Σεπτεμβρίου στην είσοδο του χωριού Γκιούπτσεβο (Γυψοχώρι).
6) Στις 17 Οκτωβρίου στο χωριό Βλάσι (Εσώβαλτα). Συνεχίζει στην έκθεσή του ο ίδιος:
7) «Την εποχήν εκείνην προσελθόντος του αρχηγού Πετρίλου (Μπουκουβάλα) ετάχθην υπό τας διαταγάς του. Παραλαβών δε δέκα εκ των ανδρών αυτού επετέθην εκ δευτέρου κατά του χωρίου Γκόλο-Σέλο, ενώ συνέλαβον ζώντας τους τρεις φανατικοτέρους Βουλγάρους προύχοντας του διαμερίσματος εκείνου, Διονύσην Τσέκρελην, Βασίλην και Πέτρον Αρσενλήν, προς αντεκδίκησιν των οποίων εφόνευσαν τον μόνον εν αυτώ Έλληνα επιστάτην Λεωνίδαν».
8) Την ίδια εποχή, με τη βοήθεια των ανδρών του σώματος του καπετάν Πετρίλου, ο Γκόνος περικύκλωσε βουλγαρικές καλύβες της περιοχής με τέτοιο ασφυκτικό τρόπο ώστε υποχρέωσε τους κομιτατζήδες να εγκαταλείψουν τη σημαντικότερη απ’αυτές, το Τσέκρι, με 3 νεκρούς.
Μετά τα γεγονότα αυτά ο Γκόνος, με διαταγή του Κέντρου, διέλυσε την ομάδα του και αναχώρησε προς τη Θεσσαλονίκη για να λάβει εντολές.
«Κατά την απουσίαν μου και εν αγνοία μου ο αρχηγός Πετρίλος απατηθείς εκ των υπούλων υποσχέσεων των τριών συλληφθέντων αιχμαλώτων ΓκολοΣελιτών, απέλυσεν αυτούς, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξεν ολέθριον δι’ ημάς. Ήτοι εξ αντιθέτου προς τον φόβον υφ’ ου είχον καταληφθή τα βουλγαρικά σώματα, μαθόντες την εκ δεκατριών μόνον ανδρών συγκειμένην δύναμιν και άπαντα σχεδόν τα σχέδιά μας, τοσούτον εθρασύνθησαν ώστε προέβησαν εις τα εξής:
Α) Έκαυσαν εξήκοντα καλύβας ίνα μη εύρωμεν καταφύγιον εν αυταίς και καταλαβόντες εξ μόνον οχυρώθησαν εν αυταίς.
Β) Συνέλαβαν τέσσαρας ομογενείς χωρικούς εκ του χωρίου Ζορμπά, ους και εφόνευσαν.
Γ) Μαθόντες ότι είχον κρύψει τριάκοντα όπλα μετ’ αναλόγων φυσιγγίων εις την εν τω χωρίω Πλούγαρ κατοικίαν μου κατέστρεψαν αυτήν μη δυνηθέντες να εύρωσιν ειμή μόνον τρία τοιαύτα επενεγκόντες δε εμοί τριάκοντα (30) λιρών ζημίαν.
9) Επιστρέψας εκ Θεσσαλονίκης εσχημάτισα σώμα εκ των εντοπίων ημετέρων εύρον δ’ αρχηγόν τον Καβονδώρον (Σ. Ρήγας). Δι’ εκδίκησιν δε των ζημιών αυτών απήτησα παρά του αρχηγού ίνα εξέλθω εις Σλάνιτσαν και ανταποδώσω τα ίσα. Ημποδίσθην όμως παρ’ αυτού λαβών την υπόσχεσιν ότι μετά δύο ημέρας ηθέλομεν εξέλθη άπαντες, οπότε πράγματι εκινήσαμεν πεντήκοντα άνδρες (άπαν δηλαδή το σώμα) προς τον αυτόν σκοπόν. Αλλ’ εξερχόμενοι επέσαμεν εις ενέδραν Βουλγάρων εν τη καλύβη Στρεμενού, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξεν ο φόνος δύο κομιτατζήδων και ενός εκ των ημετέρων την 15ην Δεκεμβρίου 1905».
1 9 0 6
Περιήλθαν σε γνώση του Γκόνου πληροφορίες ότι υπήρχαν σε χωριά της Λίμνης κρυψώνες με βουλγαρικό οπλισμό και πυρομαχικά, που τις συντηρούσαν φανατικοί εξαρχικοί της περιοχής. Στις αρχές Ιανουαρίου, με συνεργάτες του, οργάνωσε εκκαθαριστική επιχείρηση:
10) «Αποτέλεσμα ταύτης υπήρξεν η ανακάλυψις 25 όπλων και δύο αποθηκών κενών εχόντων μόνον πέντε κάπας και δύο βόμβας. Το κυριότερον όμως υπήρξεν η φυλάκισις επί 6μηνίαν ολόκληρον 35 φανατικών Βουλγάρων εξ όλης της περιφερείας Γενιτσών.
11) Την 12 Φεβρουαρίου 1906 οδηγήσας τον αρχηγόν μεθ’ ολοκλήρου του σώματος εις Γκόλο-Σέλο, όπως συλλάβωμεν τον τόσας ζημίας ημίν προσενεγκόντα Διονύσιον Τσέκρελην , επετέθημεν κατά του χωρίου. Ευρόντες όμως αντίστασιν μεγάλην και μη δυνηθέντες ειμή μόνον να τραυματίσωμεν τον ειρημένον Διονύσιον επυρπολήσαμεν την κατοικίαν αυτού και των δύο ετέρων προσενεγκόντες συνάμα και τον πανικόν ου μόνον εν αυτώ αλλά και εν πάση τη περιφερεία εκείνη.
Προς κατάπαυσιν του πανικού συνάμα δε και αντεκδίκησιν συνεννοηθέντες οι δύο αρχηγοί Βούλγαροι Λούκας και Αποστόλ την επομένην της πράξεώς μας επικεφαλής 110 ανδρών επετέθησαν εναντίον του ημετέρου χωρίου Νησί και προέλαβον να κατακαύσωσιν 27 οικίας εν αυτώ, οπότε καταφθάσας ο Ματαπάς (Αναγνωστάκος) συνεπλάκη μετ’ αυτών φονεύσας δύο».
12) Την 21η Απριλίου ο Γκόνος, σε ενέδρα που οργάνωσε μεταξύ των χωριών Γκόλο Σέλο και Πλάσνοβο, συνέλαβε και τιμώρησε τον Κατζάμπα, τρομοκράτη της περιοχής και άλλους πέντε συνεργάτες του.
Την επόμενη μέρα μεγάλο πλήγμα υπέστη η ελληνική δύναμη του Βάλτου, όταν σφαίρες βουλγαρικές έριχναν νεκρό μέσα στην πλάβα του έναν από τους πιο αγνούς και μαχητικούς αρχηγούς της τον καπετάν Καψάλη (Χρ. Πραντούνα).
13) «Ο αείμνηστος Καψάλης εκίνησεν ίνα επανέλθη πλέον δι’ Ελλάδα. Κακή τη μοίρα όμως συνήντησεν καθ’ οδόν τα προς αντεκδίκησιν αναχωρούντα ηνωμένα σώματα των Βουλγάρων αρχηγών Λούκα και Αποστόλ, οπότε σφαίρα εχθρική αφήκεν αυτόν άπνουν.
Αμέσως άπαντες ημείς σπεύσαμεν να συμπλακώμεν μετά των εχθρών, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξεν ο φόνος 4 κομιτατζήδων ( των 2 εκ Κουφαλίων, ενός εκ Μπαρουβίτσης και ενός εκ Κορνισόρου) την 22 Απριλίου. Μετά ταύτα παρέλαβεν αρχηγός ο Ματαπάς».
14) 15) 16) 17) Στις παραγράφους αυτές περιγράφονται επίσης συμπλοκές σε περιπολίες και ενέδρες που οργάνωσε ο Γκόνος με την ομάδα του, που αποτελούνταν αυτήν την εποχή από 14 άνδρες.
Στην πρώτη περίπτωση, 10 Μαΐου 1906, περιγράφεται η σύλληψη τριών υπόπτων στο δάσος του Κουλουδέι, μετά από ενέδρα. Τις ημέρες εκείνες αρχηγός του Βάλτου ανέλαβε ο καπετάν Κλάπας (Μακρόπουλος).
Δυο μήνες αργότερα (15 Ιουλίου), στο δάσος της Καρυωτίσσης, ο Γκόνος συνέλαβε δύο βουλγαρίζοντες σε περιοχή όπου απαγορευόταν η κοπή ραγαζιού.
Την ίδια μέρα, κατά την επιστροφή του, έπεσε σε ενέδρα του σώματος του Βουλγάρου βοεβόδα Αποστόλ. Συνήφθη ολιγόωρη συμπλοκή με άγνωστα αποτελέσματα.
Αυτή την εποχή κατασκεύασε και την κρυφή καλύβα της Πρίσνας, με τη βοήθεια ειδικού τεχνίτη, που αργότερα τον χρησιμοποίησε σε πολλές περιπτώσεις.
Τέλος την 1η Αυγούστου, σε περιπολία του στη σκάλα του Πλασνόβου, συγκρούστηκε με το σώμα του καπετάν Λούκα.
18) «Την 18ην Αυγούστου άπαν το σώμα του Κλάπα, δυνάμεως 48 ανδρών, επετέθημεν ασκόπως και επικινδύνως εναντίον της βουλγαρικής καλύβης Καρυωτίσσης. Αποτέλεσμα δ’ υπήρξεν ο φόνος 2 και τραυματισμός 3 εκ των ημετέρων.
19) Την 10ην Σεπτεμβρίου του αυτού έτους παραλαβών 10 άνδρας επετέθην κατά του χωρίου ΓκόλοΣέλο με σκοπόν όπως συλλάβω μόνον τους Χρήστο Κάμτσεφ και Τράπτσι Ορφανόν, ίνα πληροφορηθώμεν περί της δυνάμεως των κομιτατζήδων ως όντας τούτους κέντρον αυτών. Γενόμενοι αντιληπτοί συνεπλάκημεν εντός του χωρίου ως αποτέλεσμα έχοντες τον φόνον 6 Βουλγάρων και τραυματισμόν 2 εξ αυτών.
Συμφώνως προς τα σχέδια του Κλάπα εμείναμεν αργοί επί τρεις μήνας και εν τελεία αποσυνθέσει. Τον Νοέμβριον προσήλθεν αρχηγός ο Κάλας (Σάρρος)».
1 9 0 7
20) «Την 18ην Ιανουαρίου συνέλαβα τον τροφοδότην των Βουλγάρων εις το δάσος της Καρυωτίσσης, ενήμερος ων εκ των προτέρων ότι ήθελε διέλθη εκείθεν.
21) Την 7ην Φεβρουαρίου, εξ υπαιτιότητος του Κλάπα, ο αρχηγός των Βουλγάρων Αποστόλ αποστείλας τον υπαρχηγόν του Βάντον μετά 50 ανδρών, συνεπλάκημεν μετ’ αυτών.
Αποτέλεσμα δια μεν του Βουλγάρους υπήρξεν άγνωστον, εγκατέλειψαν όμως κατά την υποχώρησίν των 3 πλάβες (μονόξυλα), εκ δε των ημετέρων εις ετραυματίσθη ελαφρώς. Λέγω δε εξ υπαιτιότητος του Κλάπα διότι εξ αιτίας αυτού ηυτομόλησεν εις εκ των ημετέρων ανδρών εξ Αποστόλων προς τον Βούλγαρον αρχηγόν Αποστόλ, προδόσας συνάμα και την ως αποτέλεσμα την επίθεσιν έχουσα μικράν μου εν τη καλύβη της Πρίζνας δύναμιν.
22) Την 16ην Φεβρουαρίου υπό τον αρχηγόν Κάλαν επετέθημεν εναντίον της καλύβης των Βουλγάρων Κόρακα. Αποτέλεσμα υπήρξεν ο φόνος εκ των ημετέρων του λοχίου Λύκα, ο τραυματισμός του λοχίου Παπαζερβέα και τινός Ζουριδάκη, εκ δε των Βουλγάρων ο φόνος δύο και τραυματισμός τριών.
Έκτοτε μέχρι 25 Απριλίου ευρισκόμεθα υπό διηνεκή τυφεκισμόν μετά των Βουλγάρων. Παράλειψα δε ότι πριν της πράξεως αυτή, αποτέλεσμα πάλιν της προδοσίας, οι Βούλγαροι επέφερον 50 λιρών ζημίαν εις την περιουσίαν μου.
23) Την 25ην Μαρτίου επελθούσης προσωρινής ανακωχής συνηντήθημεν προς συνεννόησιν μετά των Βουλγάρου αρχηγού Θοδωρή και οπλαρχηγού Χασάπη και υπαρχηγού του Αποστόλ Στεργίου Γιοβάν. Μη επελθούσης όμως ουδεμιάς συμφωνίας, συνεπλάκημεν μετ’ αγνώστου αποτελέσματος».
24) Στις αρχές Μαΐου ο Γκόνος έρχεται σε συνεννόηση με τον αρχηγό του σώματος του Βάλτου Γεώργιο Παπαδόπουλο (καπ. Νικηφόρο Β΄) για μια κοινή επιχείρηση εναντίον πολυπληθούς δυνάμεως κομιτατζήδων.
Σύνδεσμοι συνεννόησης από πλευράς Γκόνου ο Ντίνας Βουδρισλής, μελος της ομάδας του και εξάφελφός του και από πλευράς Παπαδόπουλου ο Κρητικός Γρηγόρης. Τις βουλγαρικές θέσεις σφυροκόπησε και τουρκικό απόσπασμα της περιοχής.
«Εκ της επιθέσεως ταύτης εφονεύθησαν μεν 14 κομιτατζήδες, συνελήφθησαν δε αιχμάλωτοι τρεις, εις εκ των οποίων και ο προδότης αντάρτης εξ Αποστόλων. Εννοείται ότι και ούτοι εύρον την αυτήν τύχην των λοιπών. Τοιούτος δ’ υπήρξεν ο πανικός των Βουλγάρων ώστε εγκατέλειψαν εν τη καλύβη ταύτη 35 όπλα, 20 βόμβας, πέντε χιλιάδας φυσίγγια Μάνλιχερ και άφθονα τρόφιμα κατεστραμμένα.
Μετά ταύτα μη δυνάμενοι πλέον οι Βούλγαροι να στηριχθώσιν εντός του Βάλτου, διότι εβομβαρδίζοντο διαρκώς έξωθεν υπό του στρατού, το μεν σώμα του Αποστόλ έφυγεν αυθωρεί και αύτανδρον, μόνον δε ο διάδοχος του φονευθέντος ήδη υπό του μακαρίτου Γαρέφη Λούκας Θοδωρής ώρισεν ίνα μένωσιν δέκα άνδρες έως ότου αποκρύψωσιν τα πολεμοφόδια. Τουθ’ όπερ αντιληφθέντες ημείς ηναγκάσαμεν δια δευτέρας επιθέσεως να αποχωρήσουν και ούτοι, καταλαβόντες ούτως απάσας τας καλύβας, με αφθονον κατεστραμμένον υλικόν.
Την 8ην Μαΐου προσελθόντος του αρχηγού Αγραφιώτου (Παπαγακής) παρέδωκα άπαν το υλικόν και ανεχώρησα δι’ Αθήνας.
Περί τα τέλη Ιουνίου του αυτού έτους επέστρεψα εξ Αθηνών, ταυτοχρόνως δε εξήλθεν και ο λοχίας Παλίδης Παύλος.
25) Την 9ην Αυγούστου μετά 12 ανδρών επετέθην εναντίον του χωρίου Γκόλο-Σέλο. Αποτέλεσμα δ’ υπήρξεν ο φόνος 2 και η σύλληψις 6, εξ ων η αιχμαλωσία μόνον των δύο.
Την 1ην Σεπτεμβρίου επανερχομένων των χωρικών του Ρουμλουκίου εκ Βεροίας δύο εξ αυτών εφονεύθησαν εν ενέδρα αντιθέτων.
26) Την 4ην Σεπτεμβρίου, όπως απαλλάξω τα χωρία του Ρουμλουκίου εκ των περιφερομένων ανά τα χωρία αυτά Ρωμούνων όντων και τούτων οδηγών κατά τον φόνον των δύο ημετέρων, συνέλαβον οκτώ τοιούτους.
Μετά ταύτα, διατεχθέντος του αρχηγού Αγραφιώτου να παραλάβη το διαμέρισμα της Νιαούστης, ανεχώρησα και εγώ εις αυτό. Αλλ’ ασθενήσαντος αυτού και μη δυνηθέντος επί πλέον να παραμείνη, προσήλθεν ο Τράικος.
Μετά τούτου δεν ηδυνήθην εις ουδεμίαν συνεννόησιν να έλθω δια πολλούς λόγους, ους και εν γένει και τας άλλας αυτού πράξεις, αι εθνικαί ανάγκαι επιβάλλουσί μοι να σιγήσω. Ως εκ τούτου μετά τετράμηνον σχεδόν επιβαλλομένην εκ των περιστάσεων αργίαν, διετάχθην ίνα παραλάβω το προηγούμενον διαμέρισμα, ανεξάρτητος πλέον».
1 9 0 8
27) «Την 14ην Φεβρουαρίου επετέθην εναντίον του χωρίου Βλάσσι με αποτέλεσμα τον φόνον τριών Βουλγάρων χωρικών και ενός κομιτατζή.
28) Επειδή ανά τα ημέτερα χωρία υπό το πρόσχημα ποιμένων περιήρχοντο λησταί Αλβανοί λυμαινόμενοι αυτά και μη δυνάμενος να επιτεθώ εναντίον των όπως μη τι πάθωσιν οι χωρικοί, κατά την αναχώρησίν των στήσας ενέδραν συνεπλάκην μετ’ αυτών έχων ούτως αποτέλεσμα τον φόνον τριών και τραυματισμόν ενός εξ αυτών.
29) Την αυτήν εποχήν συνεννοούμενος μετά του πρώην Βουλγάρου αρχηγού εκ Μπαροβίτσης Λάζου, κατέληξα εις το ευχάριστον αποτέλεσμα της συναντήσεως μετ’ αυτού εν τω Κάτω Βάλτω.
30) Την 14ην Μαρτίου έστησα ενέδραν έξωθεν του χωρίου Αγία Μαρίνα, καθ’ ην συλλαβών εφόνευσα δύο Ρωμούνους και δύο Βουλγάρους.
31) Την 20ην Μαΐου με πρόθεσιν ίνα μόνο συλλάβω τινάς, όπως δια συμβουλών τους προτρέψω να επανέλθωσιν εις την Ορθοδοξίαν, εκκίνησα κατά του χωρίου Γιάντσιστα μη δυνηθείς όμως να συλλάβω ουδένα εκ του ανοκτού του μέρους, εφόνευσα έναν εκ των καταδιωκομένων.
32) Μετά ταύτα εγκατασταθείς εις την καλύβην της Πρίσνας εν τω Βάλτω, ησχολήθην πλέον εις την δι’ απειλών και συμβουλών επάνοδον των χωρίων της πεδιάδος της Σλανίτσης, τα αποτελέσματα των οποίων υπήρξαν ευχάριστα επανελθόντων εις την Ορθοδοξίαν των χωρίων Μπαλίτζας, Καρυωτίσσης, Πρίζνας, Βρέζου, Πλούγαρ, Πλασνόβου, Γκόλο-Σέλου και Βλάσσι.
33) Αποτέλεσμα των πρώτων μου ενεργειών υπήρξε και η συνάντησις συνάμα δε και συμφιλίωσις μετά του Βουλγάρου αρχηγού Τράιου Κουκούδα εν τη ιδία αυτού εν Μουσταφάκα-Σέλω κατοικία, η οποία δυστυχώς όμως ολίγον μόνον καιρόν διαρκέσασα και οφειλομένην εις την ανεπιδεξειότητα ή μάλλον ειπείν εις την αντιζηλίαν ετέρου δυστυχώς ελληνικού σώματος του ως προείρηται αρχηγού Τράικου της Νιαούσης, αποδείξαντος δια της συμπεριφοράς του, οποίαν μεγάλην βλάβην επέφερεν εις την πατρίδα.
Λέγω δε τούτο διότι τα 23 βουλγαρικά χωρία αυτού ως και έτερα 20 του Αποστόλ, ηγάλλοντο μαθόντα ταύτα, διότι ήθελον σωθή πλέον από το κακόν επίσης δε λέγω το αυτό διότι ήθελον προσέλθη μετά του Τράιου Κουκούδα και 17 προσέτι κομιτατζήδες, αλλ’ επιχειρήσαντος του ημετέρου Τράικου επιθέσεως εντελώς ανικάνου κατά του χωρίου του ήδη μετά το Σύνταγμα επανελθόντος Μονόσπιτα, εματαιώθησαν τα πάντα.
Τη οδηγία του Κούκουτ-Τράιου εύρον κεκρυμμένας 4 πλάβας και δώδεκα πλατσίδια.
Τούτον τον Κούκουτ-Τράιον ήθελον κατορθώσει εκ δευτέρου να επαναφέρω, και ήθελε προοδεύση καταπληκτικώς η εις την Ορθοδοξίαν προσέλευσις ετέρων χωρίων, επίσης δε και των εις μεγίστην αμηχανίαν περιελθόντων Βουλγάρων της πόλεως των Γενιτσών, εάν μη ήθελε διακόψη τας εργασίας μου το επελθόν εν Τουρκία νέον καθεστώς, όπερ επίσης μοι εμπόδισεν την προσέλευσιν και ετέρου εν συνεννοήσει μετ’ εμού ευρισκομένου οπλαρχηγού του Αποστόλ Δημήτρη Μπαμπιάνσκι.
Επίσης το νέον καθεστώς μοι επέφερεν ζημίαν 80 λιρών, διότι την ημέραν της εις Θεσσαλονίκην παρουσιάσεώς μου κατέκαυσαν οι Βούλγαροι χιλιάδας οκάδας χόρτου.
34) Αι επιτυχείς ενέργειαί μου δεν έπαυσαν υφιστάμεναι και μετά το Σύνταγμα. Ούτως επανήλθον εις την Ορθοδοξίαν 2 Βούλγαροι κομιτατζήδες μεθ’ απάντων των συγγενών των: ήτοι ο εκ Καρυωτίσσης Γιώργης Μανδάλτσης και ο εκ Βρέζου Χρήστο Καραβαγγέλη, τον Οκτώβριον του 1908.
35) Μετ’ ολίγον έπεισα τον εκ Κοσινόβου αδελφόν του διαβοήτου και πρώτου των αρχηγών των Βουλγάρων, Παύλη, επίσης οπλαρχηγόν Διονύσην να επανέλθη και ούτος εις την Ορθοδοξίαν συνεπιφέρων και το χωρίον του Κοσίνοβον μετά του ετέρου Νταπόβου.
36) Μετά ταύτα επηκολούθησεν η προσέλευσις του υπαρχηγού του Αποστόλ Στέγιου Γιοβάν μετά 130 οικογενειών και επτά κομιτατζήδων του.
37) Ούτος τον Ιανουάριον του 1909 εφόνευσεν ένα εκ του σώματος του Μπαμπιάνσκι.
38) Τον Φεβρουάριον επανήλθεν εις την Ορθοδοξίαν το χωρίον Γκιούπτσοβον.
39) Επίσης τον Φεβρουάριον επανήλθεν εις την Ορθοδοξίαν και τον χωρίον Γιάντσιστα.
40) Την 24ην Δεκεμβρίου 1908 όλως προμελετημένως ήλθεν εις την κατοικίαν μου με προθέσεις πάντως βεβαίως κακάς ο κομιτατζής του Αποστόλ Πέντσεφ, εγκλείσας τούτον εις τι δωμάτιόν μου τω έδωκα όπερ απήτη.
41) Εις τινά γάμον εν τω νεοεπανελθόντι Γκιουπτσόβω απέστειλα προς ασφάλειαν τινάς των ανδρών μου. Ούτοι δε συνεπλάκησαν μετά των αιφνιδίως επιτεθέντων κομιτατζήδων. Αποτέλεσμα υπήρξεν ο φόνος τριών κομιτατζήδων εκ δε των ημετέρων ο φόνος ενός χωρικού και ο τραυματισμός ετέρου τοιούτου.
42) Περιελθών εις χείρας μου προδότης τις εκ του σώματος του αειμνήστου Άγρα ος και παρευρεθείς μετά του εις ον ηυτομόλησεν Ζλατάνη εις τον φόνον του προειρημένου πρώην αρχηγού του, ος και καταγόμενος εκ του ελληνικού χωρίου Κούτλες του Ολύμπου, εφόνευσα τούτον.
43) Κατόπιν απέστειλα έξωθεν της Βεροίας τους άνδρας μου ίνα ενεδρεύσωσιν δια τον Ρωμούνον αρχικομιτατζήν Ταρλαγιάννην. Η ενέδρα απέτυχεν μεν δι’ αυτόν προσελθόντα αυθορμήτως μετά 10 ημέρας, επέτυχεν όμως έτερον τινά Ρωμούνον κομιτατζήν.
44) Τέλος και κυριώτερον όλων των πράξεών μου, αρχίσας τας ενεργείας μου εν Γενιτσοίς με 50 μόνον οικογενείας ελληνικάς κατ’ αρχήν απέναντι οκτακοσίων βουλγαρικών και αναλόγων εκ των άλλων στοιχείων και απέναντι τοσούτων και τοιούτων αντιδράσεων υπό των ημετέρων, επηύξησα ταύτας εις 230 επί βλάβη των Βουλγάρων.
Η δε εργασία μου αύτη λέγω ήτο η κυριωτέρα, διότι είχον να παλαίσω ουχί μόνον εναντίων των Βουλγάρων και εναντίον όλων των εν Μακεδονία αντιζήλων στοιχείων οίτινες δεν έλειπον και εν Γενιτσοίς, αλλά εναντίον και των ημετέρων των μη επιζητούντων την ελευθερίαν των δια τα ατομικά συμφέροντα, οίτινες κατά την γνώμην μου εισί και οι μάλλον επικίνδυνοι.
Αύται εισίν αι μέχρι τούδε ενέργειαί μου αίτινες εύχομαι θεία συνάρση ίνα διπλασιασθώσι προς όφελος και δόξαν της πατρίδος και δι’ ας απαιτώ την προειρηθείσαν μου παράκλησιν.
Αθήνησι τη 22α Νοεμβρίου 1909
Ο Αρχηγός Γκόνος
Γ.Γ. Καθήκον επιβεβλημένον θεωρώ να σας υπενθυμίσω ότι κατά την ενταύθα διαμονήν μου, έπαθε το σώμα μου, περιπέσαν εις ενέδραν στρατού στηθείσαν παρά του εντίμου εκ Γιδά Καπετάν Αποστόλη και Σία, και τούτο διότι δεν ετιμωρήθη αρμοδίως, όταν τον συνέλαβον να εμπορεύηται 50 όπλα εθνικά και 10.000 φυσίγγια κατ’ αρχήν, υστερότερον δε επρόδωσε 200 τοιαύτα.
Έπαθε δε λέγω το σώμα μου εξ αιτίας αυτού, διότι αφού είδεν ότι έσωσεν αφ’ ενός την ζωήν του, αφ’ ετέρου δε κατερεζιλεύθη και ότι δεν ηδύνατο πλέον άλλο τι να πράξη προς εκδίκησίν μου, έστησεν ενέδραν δια το σώμα μου, νομίσας ο άθλιος ότι ούτως ήθελεν ικανοποιηθή. Η ζημία του σώματός μου είναι ο φόνος του Καπετάνιου μετά δύο ετέρων και ο τραυματισμός ενός την 25ην Ιουλίου 1909».
Ο ίδιος
Κατηγορία: Ιστορικα - Μακεδονικός Αγώνας