1. Εφτά Χρόνια Εργασίας Στην Εκπαιδευτική Περιφέρεια Γιαννιτσών
3. Β΄Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο για τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913
6. Αρχιμανδρίτης Παπανίκανδρος
7. Γκόνος Γιώτας «Το Στοιχειό του Βάλτου»
8. Ο Δήμαρχος Γιαννιτσών Κωνσταντίνος Στάμκος
9. Ιερός Ναός Αγίου Αθανασίου Πενταπλατάνου
10. Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο «Βαλκάνια Ιστορία, Πολιτισμός και Προοπτικές»
12. Ο Μακεδονικός Αγώνας και το Δημοτικό Τραγούδι του
13. Στο Περιβόλι της Τοπικής μας Παράδοσης
Το βιβλίο αναφέρεται στην επταετία 1932 – 1939 σε μια περίοδο δύσκολη, μεταβατική και προσαρμοστική, για τις συνθήκες ζωής, για τη γεωργία, για την οικονομία, για την εκπαίδευση. Είναι τα πρώτα χρόνια από την εγκατάσταση των προσφύγων από τον Πόντο, τη Θράκη και τη Μικρασία με ότι συνεπάγεται μια τέτοια κοινωνική μεταβολή, ανακατατάξεις και συμβίωση πληθυσμών, νέα ήθη και νέοι τρόποι ζωής. Είναι τα πρώτα χρόνια μετά την αποξήρανση της λίμνης, που άλλαξε εδαφολογικά, καλλιεργητικά και οικονομικά την περιοχή. Οι πολιτικές μεταβολές και εξελίξεις είναι ραγδαίες με ολιγοήμερες Κυβερνήσεις, με κινήματα και δύο δικτατορίες. Σε αυτό το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο η στοιχειώδης εκπαίδευση στα δημοτικά σχολεία και τα νηπιαγωγεία της Μακεδονίας ήταν ένας καθημερινός αγώνας των δασκάλων να ξεπεράσουν τις αντίξοες συνθήκες και να αλλάξουν τις νοοτροπίες.
Μέσα από τις εκθέσεις λειτουργίας και δραστηριοτήτων των σχολείων γίνονται γνωστοί οι τρόποι και τα είδη διατροφής των παιδιών και των οικογενειών τους, οι όροι υγιεινής διαβίωσης και της ατομικής τους καθαριότητας, οι ασθένειες που μάστιζαν την περιοχή, οι κύριες ασχολίες των κατοίκων και η οικονομική τους κατάσταση. Παρακολουθούμε την ανάπτυξη και εξέλιξη των ανθρώπινων σχέσεων της εποχής, τους τρόπους επικοινωνίας και κοινωνικής συμπεριφοράς, τη συνεργασία με τις σχολικές και τις τοπικές αρχές, την αντιμετώπιση των προβλημάτων που είχαν σχέση με την αναβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου, όπως ήταν η ελλιπής φοίτηση των παιδιών, ο αναλφαβητισμός και η διγλωσσία.
Τα ονόματα των δασκάλων, των σχολικών εφόρων και των μαθητών μαζί με το φωτογραφικό υλικό συμπληρώνουν το ενδιαφέρον και αγγίζουν τις καρδιές των αναγνωστών του βιβλίου ιστορικά, κοινωνικά και συναισθηματικά καθώς αποτελούν μέρος της ζωής του λαού μας και της ιστορίας του τόπου μας.
Είναι ένα έντυπο που περιλαμβάνει μια σύντομη αλλά περιεκτική παρουσίαση της πόλης από τη αυγή της ιστορίας της μέχρι το 2000. Τα Γιαννιτσά είναι μια πόλη με ζωή 8.500 χρόνων με μια ιστορία που ξεκινά κατά τους προϊστορικούς χρόνους και συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Μέσα από τις σελίδες του εντύπου επιχειρείται η ανάδειξη του ιστορικού παρελθόντος και της φυσιογνωμίας της πόλης σε συνδυασμό με την εξέλιξη της αισθητικής της και μια σύγχρονη ισορροπημένη ανάπτυξη.
Η καλαίσθητη έκδοση συμπληρώνεται από φωτογραφίες όπου φαίνεται η ιστορική συνέχεια της πόλης και αποδεικνύεται ότι τα Γιαννιτσά αποτελούν μια ζωντανή, κινούμενη, δημιουργική και πάνω απ’ όλα μια πόλη αγαπημένη.
Το βιβλίο περιλαμβάνει τις εισηγήσεις που έγιναν και τα πορίσματα στα πλαίσια του Β΄ Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου για τους Βαλκανικούς Αγώνες, με ιδιαίτερη αναφορά στη Μάχη των Γιαννιτσών, 19-20 Οκτωβρίου 1912. Οι εισηγητές και το θέμα που ανέπτυξαν είναι :
Στο βιβλίο περιλαμβάνεται πλήθος φωτογραφιών και χαρτών που επίσης παρουσιάστηκαν στο συνέδριο
Ο Σωτήριος Γκοτζαμάνης υπήρξε μια πληθωρική αλλά και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, που έδρασε στη Μακεδονία από τις αρχές του 20ου αιώνα έως τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Γόνος επιφανούς πατριαρχικής οικογένειας των Γιαννιτσών, ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με την πολιτική έχοντας όλα τα εχέγκυα για να αναδειχθεί σε στυλοβάτη των ελληνικών συμφερόντων στο μακεδονικό χώρο. Πολλοί ήταν αυτοί που τον ακολούθησαν στη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό του ένα φλογερό πατριώτη και υπερασπιστή των δικαίων της Μακεδονίας. Εξίσου πολλοί ήταν και εκείνοι που αμφισβήτησαν τις προθέσεις του χαρακτηρίζοντάς τον κατά το Μεσοπόλεμο ως αυτονομιστή και στη διάρκεια της κατοχής ως δοσίλογο.
Το βιβλίο αποτελεί μια ανάλυση της προσωπικότητας και του έργου μιας σημαντικής φυσιογνωμίας όπως ήταν ο Σωτήριος Γκοτζαμάνης. Μια προσωπικότητα που κατηγορήθηκε ως τοπικιστής, αυτονομιστής, ακόμα και ως δοσίλογος. Πάντοτε όμως με τη χρονική απόσταση από τα γεγονότα, την απαιτούμενη νηφαλιότητα, την επιστημονική εντιμότητα των ερευνητών και την εξέλιξη των πραγμάτων ο ρόλος ενός σπουδαίου ανθρώπου γίνεται κατανοητός και παίρνει τη θέση του στην ιστορία.
Η χρήση των πηγών από τον συγγραφέα γίνεται με συνέπεια και με την απαιτούμενη ειλικρίνεια, χωρίς την απόκρυψη στοιχείων. Έτσι μέσα από τις σελίδες του βιβλίου τα ιστορικά ντοκουμέντα φωτίζουν μια τόσο ταραγμένη περίοδο της ιστορίας χωρίς να επιδιώκουν να εξαγνίσουν πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις.
Η διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, στο θέμα της Μακεδονίας, που επιχειρείται από τους άσπονδους γείτονές μας φαίνεται ότι ξεκινάει πολλά χρόνια πριν και κάποιοι φωτισμένοι άνθρωποι υποθηκεύοντας την υστεροφημία τους απέτρεψαν καταστάσεις άσχημες. Ο Σωτήριος Γκοτζαμάνης είναι μια από αυτές τις προσωπικότητες που εν ζωή οι ιδέες τους αμφισβητούνται, κατακρίνονται ακόμα και καταδικάζονται αλλά έρχεται ο πανδαμάτωρ χρόνος και η ιστορία να αποκαλύψουν την πραγματικότητα. Παρακολουθώντας ο αναγνώστης του βιβλίου τις ιδέες και το έργο του Σωτηρίου Γκοτζαμάνη για την Μακεδονία αντιλαμβάνεται αμέσως πόσο πίσω πηγαίνουν τα γεγονότα που αφορούν στο “Μακεδονικό ζήτημα” και αντιλαμβάνεται την πολυπλοκότητά του.
Ο συγγραφέας βασισμένος κυρίως σε πρωτότυπο αρχειακό υλικό της περιόδου επιχειρεί να ψηλαφίσει την ιστορική αλήθεια διαχωρίζοντας τα γεγονότα από τις ερμηνείες τους, την πραγματικότητα από το μύθο.
Οι σύγχρονες αντιλήψεις για τον εκπαιδευτικό και κοινωνικό ρόλο των μουσείων και η ανάπτυξη των μεθόδων της Μουσειακής Εκπαίδευσης οδήγησαν διάφορα μουσεία της χώρας μας και άλλους σχετικούς φορείς στην οργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά, δραστηριότητα που αναπτύσσεται ιδιαίτερα τελευταία και εξαπλώνεται ολοένα και περισσότερο. Στην Ευρώπη και στην Αμερική τα μουσεία άνοιξαν για τα παιδιά από τον προηγούμενο ακόμα αιώνα. Στην Ελλάδα την τελευταία μόλις εικοσαετία εμφανίστηκαν αρχικά κάποιες αραιές και μεμονωμένες προσπάθειες που, ευτυχώς, αυξάνονται σημαντικά.
Το βιβλίο παρακολουθεί μια ομάδα μαθητών που μέχρι τότε επισκέπτονταν μουσεία άλλων περιοχών, με αφορμή διάφορες σχολικές ή οικογενειακές εκδρομές αρχίζει να γνωρίζει το Λαογραφικό Μουσείο της πόλης, “το δικό τους μουσείο”. Ο σκοπός είναι το κάθε παιδί της ομάδας να συνδεθεί προσωπικά με το μουσείο και να το νιώσει σαν χώρο που φυλάγονται αξιόλογα αντικείμενα, χρηστικά και άλλα, τα οποία έχουν να δώσουν πληροφορίες για την ιστορία του τόπου τους, για τα έθιμα και τις παραδόσεις της πόλης τους, για τον τρόπο που ζούσαν οι παππούδες τους.
Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη : το πρώτο περιλαμβάνει το θεωρητικό πλαίσιο,
υποστηρικτικό για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και το δεύτερο είναι πρακτικό, όπου αναλύεται διεξοδικά το πρόγραμμα Μουσειακής εκπαίδευσης για το Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο.
Στο 1ο κεφάλαιο τονίζεται ο εκπαιδευτικός ρόλος του μουσείου και οι σύγχρονες αντιλήψεις γι’ αυτόν, η σχέση του μουσείου με το παιδί και το σχολείο, η αξία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων στους χώρους των μουσείων καθώς και ο δανεισμός μουσειοσκευών.
Στο 2ο κεφάλαιο διαγράφεται το πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος και συγκεκριμένα αναφέρονται οι πολιτιστικοί φορείς, που χάρη στη δράση τους στάθηκε δυνατή η πραγματοποίησή του και τα στοιχεία που αφορούν την ίδρυση του Μουσείου.
Στο 3ο κεφάλαιο δίνεται ένα πληροφοριακό σημείωμα για τους τομείς, που αφορούν στα εκθέματα του Μουσείου, ιστορικά ή λαογραφικά, καθένας από τους οποίους αποτέλεσε αντικείμενο εργασίας των ομάδων του προγράμματος.
Στο 4ο κεφάλαιο αναπτύσσονται οι στόχοι και οι προϋποθέσεις για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, το σκεπτικό επιλογής της σχολικής τάξης και η μεθοδολογία του προγράμματος.
Στο 5ο κεφάλαιο παρουσιάζεται η προετοιμασία των παιδιών για την εισαγωγή τους στην έννοια του “Μουσείου” για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, με παιχνίδια γύρω από το Μουσείο και επεξεργασία πληροφοριών.
Στο 6ο κεφάλαιο τα παιδιά επισκέπτονται το Μουσείο ομαδικά και στη συνέχεια δημιουργούνται ομάδες που αναλαμβάνουν η κάθε μια τη διερεύνηση μιας θεματικής περιοχής-ενότητας με βάση παρεμφερή σύνολα μουσειακών αντικειμένων, με συνέχιση της διερεύνησης και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του σήμερα.
Στο 7ο κεφάλαιο υπάρχει μια παρεμβολή που έγινε στην προγραμματισμένη εξέλιξη του προγράμματος για να παρουσιαστούν οι μουσειοσυσκευές, ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου που ζητήθηκαν από άλλα μουσεία.
Στο 8ο κεφάλαιο τα παιδιά σε αίθουσα του σχολείου τους παρουσιάζουν, σε προσκεκλημένο κοινό, συνοπτικά τα αποτελέσματα των προσπαθειών κάθε ομάδας (δραστηριότητες και συμπεράσματα από τις διερευνήσεις τους στη θεματική ενότητα που μελέτησαν). Επίσης παρουσιάζεται αυτούσιο το υλικό των δραστηριοτήτων που χρησιμοποιήθηκε από τα παιδιά
Στο 9ο κεφάλαιο επιχειρείται η αξιολόγηση του προγράμματος και αναφέρονται ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές που μπορούν να συντελέσουν στην επιτυχή έκβαση του προγράμματος.
Τέλος στο βιβλίο παρατίθεται βιβλιογραφία και φωτογραφίες από τις δραστηριότητες.
Ο Αρχιμανδρίτης Παπα-Νίκανδρος, κατά κόσμο Αναστάσιος Παπαϊωάννου, ανήκει στους ιερωμένους εκείνους που τίμησαν μέχρι κεραίας το έργο που τους ανατέθηκε να επιτελέσουν και λάμπρυναν επάξια την αποστολή που επέλεξαν να υπηρετήσουν. Ανεπιφύλακτα η δράση του μπορεί να παραλληλισθεί με τους αγώνες των φλογερών κληρικών της επανάστασης του γένους και δεν αρκέστηκαν μόνο στην εκπλήρωση του ιερατικών τους καθηκόντων. Διαποτισμένος μέχρι το μεδούλι του με πατριωτικά συναισθήματα και ανησυχίες, κράτησε με την ίδια ευλάβεια, με το ίδιο πάθος και το Σταυρό και το ντουφέκι. Δίδαξε την ευσυνειδησία στα ελληνόπουλα, διακόνησε με αφοσίωση την Εκκλησία, πολέμησε με αυταπάρνηση για την πατρίδα.
Ως δάσκαλος άφησε το στίγμα του στις παιδικές ψυχές στο δημοτικό σχολείο του χωριού του, το Μεγάλο Μπογιαλίκι της Ανατολικής Ρωμυλίας, στη Χάλκη των Δωδεκανήσων, στις Καρυές της Θράκης, στη Δοϊράνη. Ως Αρχιμανδρίτης καλλιέργησε ψυχές και στήριξε φρονήματα στη μαρτυρική Καρατζόβα στα δύσκολα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα και των Βαλκανικών Πολέμων. Ως μαχητής με το γκρα και τα φυσεκλίκια πάνω από το ράσο, όταν οι εθνικές ανάγκες το επέβαλαν άνοιγε το δρόμο του αγώνα και της τιμής.
Ο αείμνηστος Ζάχος Σαββόπουλος, ο άνθρωπος που λάτρεψε και τίμησε με τα γραπτά του την πόλη των Γιαννιτσών όσο κανένας άλλος, γνώρισε τον παπα-Νίκανδρο, όπως ο ίδιος το ομολογεί, μέσα από επιστολές κιτρινισμένες, από φωτογραφίες πολυκαιρισμένες, ντοκουμέντα, που με ιδιαίτερη στοργή, σεβασμό και αγάπη διαφύλαξαν και του εμπιστεύθηκαν συγγενείς του Αρχιμανδρίτη και από αφηγήσεις ανθρώπων που υπήρξαν μαθητές του.
Το αρχείο του Ζάχου Σαββόπουλου παραχωρήθηκε ευγενικά στη μνήμη του στην Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Γιαννιτσών “Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ” και αποτέλεσε τη βάση για τη συγγραφή του βιβλίου. Μέσα από αυτό το αρχείο παρακολουθούμε βήμα προς βήμα τους αγώνες και τη μαρτυρική πορεία του ηρωικού Αρχιμανδρίτη για την τύχη του εθνικού θέματος της απελευθέρωσης της Καρατζόβας, τις ανησυχίες του για την περίεργη έως αρνητική στάση κάποιων Ελλήνων αξιωματούχων. Επίσης διακρίνουμε την αποφασιστικότητα και τις παράτολμες πρωτοβουλίες του να υπερνικήσει τις αντιρρήσεις και την αδιαφορία για να φέρει σε πέρας το μεγάλο εθνικό στόχο : την απελευθέρωση της Αριδαίας και της ευρύτερης περιοχής της Καρατζόβας, που επισημοποιήθηκε τελικά με την άφιξη του Ελληνικού στρατού στις 4 Νοεμβρίου 1912.
Η ιστορία της Μακεδονίας γενικότερα αλλά και ιδιαίτερα ο Μακεδονικός Αγώνας (1904 – 1908) αποτέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν αντικείμενο έρευνας από ειδικούς και μη ερευνητές. Ωστόσο η επιστημονική καταγραφή των συνταρακτικών γεγονότων παραμένει ημιτελής γιατί ακόμα δεν έχει προβληθεί στην πραγματική της διάσταση η συμμετοχή του γηγενούς ελληνόφωνου, σλαβόφωνου και βλαχόφωνου μακεδονικού πληθυσμού.
Το βιβλίο συμπληρώνει μερικές πολύτιμες ψηφίδες στο ψηφιδωτό της εν πολλοίς άγνωστης μακεδονικής ιστορίας. Ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας υποδειγματικά, άγνωστο μέχρι σήμερα, αρχειακό υλικό από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών, βιβλιογραφία της περιόδου αλλά και προφορικές μαρτυρίες περιγράφει την ατμόσφαιρα της εποχής, αναδεικνύει τη συμβολή των κατοίκων των Γιαννιτσών στην εθνική υπόθεση και ταυτόχρονα καταγράφει με λεπτομέρειες τους προβληματισμούς και τη δράση του Γκόνου Γιώτα.
Παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς έχουν δημοσιευθεί άρθρα αναφερόμενα στη ζωή και τους αγώνες του Γκόνου Γιώτα, δεν υπήρχε ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη παρουσίαση της δράσης του, με μορφή ιστορικής μελέτης ή μονογραφίας. Ο Μακεδονομάχος Γκόνος Γιώτας, γηγενής οπλαρχηγός, έδρασε στην περιοχή των Γιαννιτσών από το 1904 έως το μαρτυρικό του θάνατο στις 13 Φεβρουαρίου 1911. Έγινε θρύλος με το όνομα “το στοιχειό του βάλτου” και αποτελεί αναμφισβήτητα μια από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες των εντοπίων καπεταναίων αγωνιστών.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι κανένα ιστορικό γεγονός δεν μπορεί να εκλαμβά;νεται και να αναλύεται σαν ξεχωριστό και αυτοτελές στο χώρο και στο χρόνο που διαδραματίζεται. Κανένα ιστορικό πρόσωπο δεν έδρασε αυθύπαρκτο και ανεπηρέαστο από συγκυρίες και συνθήκες, από παράλληλα γεγονότα, από ανάλογες παραστάσεις και περιστάσεις. Για να γίνουν με μεγαλύτερη σαφήνεια κατανοητές οι διαθέσεις και οι αγωνιστικές δράσεις του γηγενούς πληθυσμού της Μακεδονίας, για να ερμηνευτεί η ελληνοπρεπής στάση του στην αντιμετώπιση των δραματικών συνθηκών και γεγονότων του διμέτωπου Μακεδονικού Αγώνα γίνεται, στο βιβλίο, συνοπτική αναδρομή στην ιστορική πορεία του Μακεδονικού χώρου και στη συμπεριφορά των Μακεδόνων, σε όλους τους αγώνες του Ελληνισμού για την ελευθερία του, από την Αρχαιότητα μέχρι την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα.
Ο Δήμαρχος Κωνσταντίνος Στάμκος υπήρξε μια εξέχουσα προσωπικότητα στα προπολεμικά χρόνια, στη δεκαετία του 1940 και στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια για την πόλη των Γιαννιτσών.
Σε εποχές δύσκολες και συχνά αμφιλεγόμενες έβαλε την προσωπική του σφραγίδα και το προσωπικό του όραμα για την πόλη στα δημαρχιακά. Σκληρός με τον εαυτό του, υπερήφανος, αξιοπρεπής, δεν ανεχόταν την ατιμία των άλλων, όπως παρόμοια θεωρούσε μεγάλη προσβολή να τον πουν άδικο στις κάθε είδους προσωπικές δοσοληψίες. Η ζωή του είχε τα χαρακτηριστικά ενός ιδιότυπου σύγχρονου ιπποτισμού, τιμιότητα και αξιοπρέπεια στις αντιξοότητες, πίστη στις αρχές και τις αξίες της ζωής, φιλανθρωπία, μεγαλοψυχία και γενναιοδωρία προς τους συνανθρώπους του. Ήταν ένα είδος μποέμ της δεκαετίας του 1950.
Εργάστηκε με ζήλο για την πρόοδο γενικότερα του αθλητισμού και ειδικότερα των τοπικών ποδοσφαιρικών ομάδων. Ήταν ιδιαίτερα προσφιλής και αξιαγάπητος στους αθλητές και αθλητικούς παράγοντες της πόλης, και ως εκ τούτου επηρέαζε και διαμόρφωνε καθοριστικά ευνοϊκές συνθήκες προόδου όχι μόνο στο χώρο του αθλητισμού αλλά και για την υλοποίηση στόχων σε άλλους τομείς της δραστηριότητάς του ως Δημάρχου και ως γιατρού.
Το βιβλίο αποτελεί μια καταγραφή μαρτυριών δημοτών που βίωσαν την καλοσύνη, τις ευεργεσίες και αγαθοεργίες του Δημάρχου, και αυτών που για λόγους προσωπικούς τον αμφισβήτησαν, αλλά στο τέλος ομολόγησαν αυτό που αρχικά αρνήθηκαν να πουν, ότι υπήρξε ένας άξιος τιμών άνθρωπος.
Το βιβλίο είναι αποτέλεσμα κόπου και έρευνας που σκοπό έχει να ρίξει πολύτιμο φως στο ιστορικό του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Πενταπλατάνου. Ενός ναού που έχει ζωή πέντε αιώνων, συνδέεται άρρηκτα με τη ζωή και την ιστορία των Ελλήνων της περιοχής και αποτελεί μέχρι σήμερα ιερό καταφύγιο και πηγή χάριτος για τους ευλαβείς πιστούς, ενώ παράλληλα είναι και ένα αρχιτεκτονικό κόσμημα.
Σύμφωνα με μαρτυρία ενεπίγραφου τμήματος οικοδομικού υλικού ο Ιερός Ναός Αγίου Αθανασίου Πενταπλατάνου φέρεται να είναι χτισμένος στη σημερινή του θέση από το έτος 1509. Ανήκει στα ιστορικά μνημεία της περιοχής και είναι στενά συνδεδεμένος με την ιστορία των ορθοδόξων χριστιανών της πόλης των Γιαννιτσών και της γύρω περιοχής κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται ιστορικά ντοκουμέντα και φωτογραφίες που για πρώτη φορά βλέπουν το φως τόσο μεγάλης δημοσιότητας.
Το βιβλίο περιλαμβάνει τις εισηγήσεις που έγιναν και τα πορίσματα στα πλαίσια του Διεθνούς Ιστορικού Συνεδρίου για τα Βαλκάνια με ιδιαίτερη έμφαση στην Ιστορία, τον Πολιτισμό και τις Προοπτικές τους. Οι εισηγητές και το θέμα που ανέπτυξαν είναι :
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται φωτογραφικά στιγμιότυπα από το Συνέδριο.
Αναγνωρίζεται από όλους ότι υπάρχουν μεγάλες και αξιομνημόνευτες στιγμές στην ιστορία των λαών, στιγμές που αφορούν κυρίως σε ένδοξα και αξιόλογα γεγονότα , όπως και σε ευνοϊκές και σωτήριες αποφάσεις. Ανάμεσα λοιπόν στα βαρυσήμαντα γεγονότα, που αποτελούν κιόλας μεγάλα ορόσημα στην νεοελληνική μας ιστορία, συγκαταλέγεται η νικηφόρα διήμερη μάχη των Γιαννιτσών του 1912, με τα συνταρακτικά της αποτελέσματα, που εντάσσεται στους ξακουστούς Βαλκανικούς Πολέμους. Τη σημασία του εν λόγω ελληνικού άθλου δείχνει, πέραν από τις συνακόλουθες εξελίξεις και τις ευεργετικές συνέπειές του, επιπλέον και η πλούσια βιβλιογραφία. Ανάμεσα μάλιστα στους συγγραφείς των βαλκανικών πολέμων υπάρχουν πολλοί πρωταγωνιστές και αυτόπτες μάρτυρες των συμβάντων εκείνων. Η βιβλιογραφία αυτή αντανακλά το ειδικό ιστορικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει η ελληνοτουρκική εκείνη πολεμική σύγκρουση, με ξεκάθαρο στόχο την απολύτρωση των υπόδουλων βόρειων Ελλήνων και την επικράτηση της εθνολογικής δικαιοσύνης. Συγχρόνως η ελληνική κοινή γνώμη τότε παραδίνονταν ξανά στα μεγάλα όνειρα με τα οποία τρεφόταν διαχρονικά.
Το βιβλίο αποτελεί το καταστάλαγμα των μελετών γύρω από το θέμα του Φιλόλογου-Εκπαιδευτικού κ. Δημήτριου Χατζηβρέττα. Το υλικό του βιβλίου παρουσιάστηκε αρχικά σε επετειακή ομιλία του συγγραφέα στα πλαίσια του Ανοικτού Λαϊκού Πανεπιστημίου Γιαννιτσών. Με πρόταση της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Γιαννιτσών “Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ” το υλικό εμπλουτίστηκε και εκδόθηκε, πλέον, σαν βιβλίο. Στις σελίδες του περιλαμβάνεται σημαντικό αρχειακό υλικό με φωτογραφίες και γκραβούρες της εποχής καθώς και έγγραφα σχετικά με την μάχη.
Τα Γιαννιτσά και η ευρύτερη περιοχή υπήρξαν πεδίο σκληρών και άγριων μαχών στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα. Στην περίφημη λίμνη των Γιαννιτσών κρίθηκε η έκβαση του Μακεδονικού Αγώνα για την Κεντρική Μακεδονία και θυσίασαν τη ζωή τους πολλά παλληκάρια. Η αποξήρανση του βάλτου φανέρωσε τα κόκκαλα πολλών αγωνιστών που χάθηκαν, αλλά κέρδισαν την αιωνιότητα της θυσίας και της προσφοράς στη λευτεριά και την ειρήνη. Ο λαός διαπότισε τα δημοτικά τραγούδια με αυτόν τον αγώνα και ύψωσε σε ηρωικές αιώνιες φιγούρες, όχι μόνο τις μορφές των επώνυμων καπεταναίων, αλλά και των ανώνυμων αγωνιστών, που δεν τους ενδιέφερε η δόξα και η φήμη αλλά η καταξίωση της ανθρώπινης φύσης και η υπέρβαση του ανθρώπινου σαρκίου τους.
Αυτό το βιβλίο αποτελεί ένα επετειακό αφιέρωμα στη Μνήμη. Δε φιλιδοξεί να υποκαταστήσει ιστορικά ερευνητικά έργα ούτε αποτελεί οριστική και τελεσίδικη καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών του Μακεδονικού Αγώνα. Είναι κατάθεση του δικού μας “ευχαριστώ” στους ήρωες, καπεταναίους και απλούς αγωνιστές. Η έκδοσή του πραγματοποιείται 102 χρόνια μετά τη λήξη του Μακεδονικού Αγώνα το 1908 με την ανακήρυξη του Συντάγματος των Νεοτούρκων.
Η έρευνα και η επιλογή του ιστορικού υλικού, η φιλολογική ανάλυση των δημοτικών τραγουδιών, καθώς και η οργάνωση και η συγγραφική εργασία έγινε από τη Μαρία Χρ. Πασχούδη, Φιλόλογο του 2ου ΓΕΛ Γιαννιτσών. Στο DVD, που συνοδεύει το βιβλίο, παρουσιάζεται η εκδήλωση –αφιέρωμα του 2ου ΓΕΛ Γιαννιτσών στον Μακεδονικό Αγώνα και το δημοτικό τραγούδι του. Η επιτόπια έρευνα των δημοτικών τραγουδιών, η διδασκαλία τους και η παρουσίασή τους έγινε από τον Απόστολο Τσέρνο, μουσικό, φυσιογνώστη στο 2ο ΓΕΛ Γιαννιτσών. Η έρευνα και παρουσίαση του ρόλου της Εκκλησίας έγινε από τον π. Σταύρο Πατσαβούδη, δάσκαλο και θεολόγο στο 2ο ΓΕΛ Γιαννιτσών. Την επιλογή του φωτογραφικού υλικού και την οπτικοακουστική επεξεργασία είχε ο Αναστάσιος Κιουλμουράτογλου, θεολόγος και υπεύθυνος της σχολικής βιβλιοθήκης 1ου ΕΠΑΛ Γιαννιτσών.
Είναι ένα αφιέρωμα στον παραδοσιακό βίο, στα ήθη και έθιμα, στους τοπικούς θρύλους και τις παραδόσεις, όπως τα διαφύλαξαν και μας τα κληροδότησαν οι γονείς, οι παπούδες και οι γιαγιάδες μας και όσα πρόλαβαν να τα γνωρίσουν και να τα ζήσουν, τουλάχιστον μέχρι την δεκαετία του εξήντα, οι παλαιότεροι.
Η διαδικασία εντόπισης και καταγραφής των στοιχείων δεν ήταν απλή ούτε εύκολη υπόθεση. Οι προσβάσιμες πηγές, είτε ζωντανές είτε αρχειακές, έχουν ελαχιστοποιηθεί και η αξιοπιστία τους το ίδιο. Χρειάστηκε χρόνος και ιώβεια υπομονή, για τη συλλογή, τη διασταύρωση, την αξιολόγηση και την ανάλογη αξιοποίηση των πληροφοριών.
Η καταγραφή και η παρουσίαση των εθίμων, των δοξασιών και των θρύλων έχει γίνει με αφετηρία και κύριο χώρο αναφοράς τον Παλαιό Άγιο Αθανάσιο, τη γνωστή Τσέγανη. Λόγω της μεγάλης απόστασης και της απομόνωσης του χωριού από τα αστικά κέντρα, υπήρξε ένα από τα τελευταία οχυρά στη διατήρηση του παραδοσιακού τρόπου ζωής και των λαϊκών μας εθίμων. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του εξήντα τουλάχιστον, τα έθιμα που περιγράφονται τηρούνταν στο σύνολό τους σχεδόν με επιμονή και ευλάβεια. Ύστερα ήρθε η μετανάστευση. Οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και οι ελπίδες για κάτι καλύτερο ξεσήκωσαν και οδήγησαν το δυναμικό του χωριού στις φάμπρικες και τις στοές της Ευρώπης, αφάνισαν τα έθιμα και τις παραδόσεις μας και στη θέση τους ήρθε ο “εξευρωπαϊσμός” και η σταδιακή αλλοτρίωση.
Η συλλογή όμως στοιχείων από τον λαϊκό μας πολιτισμό και την τοπική μας παράδοση δεν σταματά στον Άγιο Αθανάσιο. Επεκτείνεται στην Άρνισσα όπου επισημάνθηκαν και καταγράφηκαν αξιόλογα εγχώρια έθιμα και λαϊκά δρώμενα. Η αποθησαύριση λαογραφικού υλικού διευρύνεται με τον ίδιο τρόπο με δοξασίες, ήθη και έθιμα από την παλιά Έδεσσα, από τα Γιαννιτσά και από την περιοχή της Αλμωπίας.
Παράλληλα γίνεται, στα μέτρα του δυνατού, μια προσπάθεια συγκριτικής θεώρησης και αντιπαραβολικής προσέγγισης με ανάλογα έθιμα και παραλλαγές γειτονικών μας περιοχών, όπως το Ρουμλούκι (περιοχή Αλεξάνδρειας), η Φλώρινα και ο ευρύτερος Μακεδονικός χώρος, αλλά και της Ηπείρου και της Νότιας και Νησιωτικής Ελλάδας, για να διαπιστωθούν τα κοινά στοιχεία και οι ομοιότητες των λαϊκών μας εθίμων και παραδόσεων, που πιστοποιούν με τη σειρά τους την αδιάσπαστη συνέχεια, τη συνάφεια και τη διαχρονικότητα του Ελληνισμού σε όλες τις γεωγραφικές ενότητες της χώρας, από την Αρχαιότητα και το Βυζάντιο μέχρι τις ημέρες μας.
Με τη μελέτη της εθνικής μας παράδοσης και τη λαογραφία ανακαλύπτουμε τις ανεπιτήδευτες αρετές των πατέρων μας, όπως ήταν ο σεβασμός τους στα πάτρια και στην Ορθοδοξία, η φιλοπατρία και η φιλοξενία τους, η φιλοτιμία και η φιλοκαλία τους. Μας δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσουμε ότι τα προβλήματα και τα θέματα της υγείας, της τροφής, της ψυχικής ισορροπίας, της ηθικής και αισθητικής αντίληψης, τα αντιμετώπιζαν με μια ενστικτώδη λογική και με μια αίσθηση του μέτρου αξιοθαύμαστη, προτερήματα που είχαμε συνηθίσει να τα θαυμάζουμε μόνο στους αρχαίους προγόνους μας.
Τα πολύτιμα αυτά στοιχεία του λαϊκού μας πολιτισμού μόνο η έγκαιρη και έγκυρη λαογραφική φροντίδα μπορεί να περισώσει, όχι ως προσπάθεια επαναφοράς και εφαρμογής τους, αφού είναι μάταιο και ανέφικτο κάτι τέτοιο, αλλά ως εθνική μνήμη και μέτρο αυτογνωσίας, ως μοναδική μας άμυνα και ελπίδα αντίδρασης στον ξενόφερτο τρόπο ζωής, στην αλλοτρίωση και αλλοτρίωσή μας από την παγκοσμιοποίηση που είναι “επί θύραις” και, αργά αλλά σταθερά, εισβάλλει στον εθνικό και κοινωνικό μας βίο, εξουδετερώνοντας τη μια μετά την άλλη εστίες αντίστασης.